Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ Τρίτη, 2 Μαρτίου 2010
Στον έλεγχο της εταιρείας του Αμπού Ντάμπι, «ΑμπουΝτάμπι Μαρ», περιέρχεται το ναυπηγείο Σκαραμαγκά, καθώς η εταιρεία αυτή εξαγοράζει από τη γερμανική ThyssenKrupp, το 75,1% των μετοχών της εταιρείας.
Η αναμενόμενη εδώ και καιρό μεταβίβαση, ανοίγει το δρόμο για την τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων που έχει το ναυπηγείο με το Ελληνικό Δημόσιο.
Αυτά έχουν σχέση με την παράδοση των υποβρυχίων που κατασκευάζει, τη ρύθμιση οικονομικών διαφορών για εργασίες που εκτελέστηκαν για λογαριασμό του Π.Ν. και την εξεύρεση λύσης για το υποβρύχιο Παπανικολής το οποίο δεν παραλαμβάνει το Π.Ν. λόγω των προβλημάτων που παρουσιάζει.
Στη λύση της ΑμπουΝτάμπι Μάρ, κατέφυγε η γερμανική εταιρεία για μεταβίβαση του Σκαραμαγκά, καθώς στην ίδια έχει μεταβιβάσει από πέρυσι, ακόμη δύο ναυπηγεία της στη Βόρεια Θάλασσα.
H ThyssenKrupp
Συγκεκριμένα, η ThyssenKrupp, στα μέσα του 2009, αποφάσισε να αποστασιοποιηθεί από τον κλάδο των ναυπηγείων, στον οποίο δραστηριοποιείται κυρίως μέσω της HDW και της Blohm and Vos. Η πρώτη είναι αυτή που το 2001 εξαγόρασε τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά από το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα την υλοποίηση του προγράμματος των 4 υποβρυχίων για λογαριασμό του Πολεμικού Ναυτικού
Η μεταβίβαση των ναυπηγείων, ανακοινώθηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση και όχι από τη γερμανική εταιρεία, παρ΄ ότι τις μετοχές ελέγχει πλήρως η δεύτερη. Ο λόγος είναι ότι βάσει της σύμβασης μεταβίβασης το 2001, το Ελληνικό Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα έγκρισης ή όχι της μεταβίβασης.
Ετσι, τα υπουργεία Αμυνας και Οικονομίας, παρακολουθούσαν εκ του σύνεγγυς τις διαπραγματεύσεις, ενώ είχαν φροντίσει να εξασφαλίσουν το ενδιαφέρον για το Σκαραμαγκά και δεύτερης εταιρείας και συγκεκριμένα του ομίλου Νεώριον, έστω και αν η γερμανική εταιρεία προτίμησε την αραβική.
Οροι - προσωπικό
Από τα όσα έχουν προκύψει μέχρι στιγμής, η ΑμπουΝτάμπι Μαρ, στην τελική φάση των διαπραγματεύσεων ήρε τους όρους που είχε θέσει αρχικά για ανάληψη συγκεκριμένων εργασιών από το Πολεμικό Ναυτικό Ερωτηματικό πάντως παραμένει το θέμα της μείωσης προσωπικού.
Σημειώνεται ότι το μόνο μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα του Πολεμικού Ναυτικού, αφορά τις 6 γαλλικές φρεγάτες Fremm, για τις οποίες όμως η γαλική DCNS, έχει προχωρήσει σε συμφωνία με το Ναυπηγείο Ελευσίνας (όμιλος Νεώριου) για την κατασκευή τους εκεί.
Ετσι η ΑμπουΝτάμπι Μαρ αναμένεται να συνεχίσει το πρόγραμμα των υποβρυχίων, του εκσυγχρονισμού 2 παλαιών, ή της αντικατάστασης των 2 παλαιών με 2 νέα και το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού μέσης ζωής των φρεγατών ΜΕΚΟ οι οποίες κατασκευάστηκαν στον Σκαραμαγκά. Επίσης, η αραβική εταιρεία, συζητά να φέρει στο ναυπηγείο και εργασίες από χώρες της περιοχής.
«Βιώσιμη λύση»
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της γενικής γραμματείας Ενημέρωσης, το αμέσως επόμενο διάστημα θα επιδιωχθεί «το νέο κοινοπρακτικό σχήμα να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις με το υπουργείο Εθνικής Άμυνας το ταχύτερο δυνατό».
Επίσης η κυβερνητική ανακοίνωση σημειώνει ότι «με το νέο κοινοπρακτικό σχήμα και την είσοδο της ADM στην ιδιοκτησία και τον έλεγχο των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά επιτυγχάνεται μακροπρόθεσμη βιώσιμη λύση στο πλαίσιο της εθνικής στρατηγικής για την ανάπτυξη και την ενίσχυση της ναυπηγικής βιομηχανίας με διασφάλιση των θέσεων εργασίας».
Η Λούκα Κατσέλη
Η υπουργός Οικονομίας κα Λούκα Κατσέλη, η οποία πριν από 2 εβδομάδες είχε επισκεφθεί το Αμπού Ντάμπι μαζί με τον υπουργό Επικρατείας κ. Χάρη Παμπούκη, σε δηλώσεις της σημειώνει ότι «σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία, είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι ένας ναυπηγοεπισκευαστικός κολοσσός, όπως η Abu Dhabi Mar που έχει τέσσερα ναυπηγεία στην ιδιοκτησία της, εμπιστεύεται και επενδύει στην Ελλάδα.
Μετατρέπει, έτσι, τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά σε ναυπηγική της βάση, όχι μόνο για την κατασκευή υποβρυχίων του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, αλλά και για την κατασκευή πολεμικών πλοίων επιφανείας και υποβρυχίων άλλων αναδυόμενων οικονομιών.
Η απόφαση της Abu Dhabi Mar να επενδύσει στον ελληνικό ναυπηγοεπισκευαστικό τομέα αναμένεται να δημιουργήσει και να διασφαλίσει νέες θέσεις εργασίας και να ενισχύσει σημαντικά την ελληνική τεχνογνωσία και την εξαγωγική δραστηριότητα της χώρας».